Συνέντευξη της Ιζαμπέλλας Παλάσκα στην Κατερίνα Ι. Ανέστη (18.2.2013)
Ιζαμπέλλα Παλάσκα στο iefimerida:Αυτός ήταν ο πατέρας μου – γαμπρός του Ζίμενς, συνομιλητής του Χίτλερ, εμπνευστής των Ταγμάτων Ασφαλείας
Ο Ιωάννης Βουλπιώτης έζησε μια ζωή αυθεντικά μυθιστορηματική, συναρπαστική, κομβική για την Ελληνική Ιστορία από τον μεσοπόλεμο και μετά. Υπήρξε ο Έλληνας γαμπρός του μεγιστάνα Ζίμενς, αγαπημένος μαθητής του εισηγητή της σχολής αναλυτικής ψυχολογίας Καρλ Γιουνγκ, συνομιλητής του Χίτλερ, του Μεταξά, του Πλαστήρα, φίλος του Κυριάκου Βενιζέλου, και του θρυλικού πράκτορα της Intelligence Service Ντέιβιντ Μπαλφούρ (γνωστού και ως ρασοφόρου πατέρα Δημήτριου).
Ένας επιχειρηματίας που επηρέασε όσο κανείς τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, διόρισε στη ραδιοφωνία που διηύθυνε συνεργάτες του Γκέμπελς, έφερε τις πρώτες προμήθειες της Ζίμενς στην Ελλάδα, εντρύφησε στις μίζες. Ο Ιωάννης Βουλπιώτης αποκαλύπτεται μέσα από το συναρπαστικό βιβλίο που έγραψε η κόρη του Ιζαμπέλλα Παλάσκα με τον εύγλωττο τίτλο «Αγγελος ή Δαίμονας Ο Αμφιλεγόμενος Πατέρας μου» (εκδόσεις Λιβάνη). Η συγγραφέας χωρίς δισταγμό αποκαλύπτει τη δράση και τη βασική φιλοσοφία ζωής του πατέρα της «το μεγάλο του είδωλο, το χρήμα», αλλά αποκαθιστά και διάφορους μύθους και κυρίως αυτούς που ήθελαν τον πατέρα της να είναι δωσίλογος. «Όχι, ο πατέρας μου δεν καταδικάστηκε ποτέ ως δωσίλογος, ούτε στα πρωτοβάθμια, ούτε στα δευτεροβάθμια ειδικά δικαστήρια δωσιλόγων. Απαλλάχτηκε τελεσίδικα.»
Προπαγάνδα και επιχειρήσεις
Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα από τη Γερμανία ο Ιωάννης Βουλπιώτης μετά τον χωρισμό του με την κόρη του μεγιστάνα Ζίμενς, ήταν ένας κοσμοπολίτης, έμπειρος, με γνωριμίες στα ανώτατα κλιμάκια της ευρωπαϊκής πολιτικής και οικονομικής ζωής που όφειλε να επαναπροσδιορίσει το ρόλο του. «Ενδιαφερόταν για τη δημόσια προβολή; Όχι ποσώς. Προτιμούσε τους χαμηλούς τόνους και το παρασκήνιο. Ενδιαφερόταν για ανάμειξη στην πολιτική; Καθόλου. Γιατί ήθελε λοιπόν να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό του στην Ελλάδα τις τηλεπικοινωνίες και το νέο μέσο της ραδιοφωνίας. Για διαθέτει δύναμη και επιρροή.»
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης διαβάζει για απανωτές συνομιλίες ή επαφές του Βουλπιώτη με ονόματα που εκπλήσσουν (ή και σοκάρουν): Η αφήγηση των συναντήσεών του με τον Μεταξά με κορύφωση την πεισματική άρνηση του δικτάτορα να εφαρμόσει τη συμφωνία που είχε κλείσει με τον Βουλπιώτη ως αντιπρόσωπο της Ζίμενς και της Τελεφούνκεν στην Ελλάδα, είναι απολαυστική. Όπως και τόσες άλλες συζητήσεις που οδήγησαν στη λύση Πλαστήρα, στη συνάντηση με τον Φον Κανάρη στην Αθήνα και τον προβληματισμό του για τη συκοφάντησή του στον Χίτλερ από φανατικούς Ναζί, στην πρόταση για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας «με στόχο μόνο τη μη κομμουνιστικοποίηση της Ελλάδας».
Η Ιζαμπέλλα Παλάσκα με το βιβλίο της (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη) ανοίγει μια αφήγηση της ιστορίας της Ελλάδας αποκαλύπτοντας πτυχές άγνωστες και προσωπικές που ξεκινούν από το 1930 και σταματούν με την Απελευθέρωση το 1944 στο βιβλίο. Όμως δεν αποκλείεται να υπάρξει και εκδοτική συνέχεια. αφού ο Βουλπιώτης υπήρξε ενεργός για πολλά χρόνια, μέχρι το 1999 οπότε πέθανε την μέρα των μεγάλων σεισμών. Η Ιζαμπέλλα Παλάσκα μίλησε στο iefimerida.gr για τον πατέρα της, τη ζωή του, το βιβλίο της.
Πότε συνειδητοποιήσατε για π ρώτη φορά τον μύθο και την πραγματικότητα που περικύκλωνε το όνομα του πατέρα σας;
Μέχρι να πάω σχολείο δεν είχα καμιά ιδέα. Αλλά στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, κατάλαβα πως ο πατέρας μου ήταν αν μη τι άλλο πολυσυζητημένο πρόσωπο, παράλληλα συνειδητοποιώντας ότι υπήρχε κάποια καχυποψία απέναντί του. Ήταν η εποχή που το όνομά του είχε έρθει στη δημοσιότητα με αφορμή τις λεγόμενες «γερμανικές πιστώσεις». Είχε γίνει πολύς θόρυβος και καθημερινά έγραφαν οι εφημερίδες για την «υπόθεση Βουλπιώτη» και την πολύκροτη δίκη που ακολούθησε. Φυσικά τότε δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να μάθω κάτι πιο συγκεκριμένο. Μόνον όταν μεγάλωσα πια, κατάλαβα ότι ο πατέρας μου είχε βρεθεί πιο παλιά στα προηγούμενα χρόνια, πριν καν να έχω γεννηθεί, στο μάτι ενός κυκλώνα, κερδίζοντας το μίσος από τους εχθρούς του και τον θαυμασμό από τους φίλους του. Και από τότε, όσο περνούσαν τα χρόνια, μάθαινα κι άλλα πράγματα...
Μέχρι να πάω σχολείο δεν είχα καμιά ιδέα. Αλλά στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, κατάλαβα πως ο πατέρας μου ήταν αν μη τι άλλο πολυσυζητημένο πρόσωπο, παράλληλα συνειδητοποιώντας ότι υπήρχε κάποια καχυποψία απέναντί του. Ήταν η εποχή που το όνομά του είχε έρθει στη δημοσιότητα με αφορμή τις λεγόμενες «γερμανικές πιστώσεις». Είχε γίνει πολύς θόρυβος και καθημερινά έγραφαν οι εφημερίδες για την «υπόθεση Βουλπιώτη» και την πολύκροτη δίκη που ακολούθησε. Φυσικά τότε δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να μάθω κάτι πιο συγκεκριμένο. Μόνον όταν μεγάλωσα πια, κατάλαβα ότι ο πατέρας μου είχε βρεθεί πιο παλιά στα προηγούμενα χρόνια, πριν καν να έχω γεννηθεί, στο μάτι ενός κυκλώνα, κερδίζοντας το μίσος από τους εχθρούς του και τον θαυμασμό από τους φίλους του. Και από τότε, όσο περνούσαν τα χρόνια, μάθαινα κι άλλα πράγματα...
Πότε μάθατε για την επαφή του με τον Χίτλερ και πως εισπράξατε -ως κόρη- αυτή την περιγραφή;
Ήμουν μεγάλη πια και όταν το έμαθα σοκαρίστηκα χωρίς αμφιβολία. Στη συνέχεια όμως μπόρεσα να συνειδητοποιήσω ότι μια τέτοια επαφή δεν καθιστούσε βέβαια τον πατέρα μου «δαίμονα». Άλλωστε δεν επρόκειτο περί φιλίας, αλλά για επαφή επαγγελματικού χαρακτήρα. Θα θυμίσω ότι στα χρόνια εκείνα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, ο Χίτλερ είχε δεχτεί ιδιωτικά διάφορες προσωπικότητες, όπως ο Λόυντ Τζωρτζ, ο αδελφός του βασιλιά της Αγγλίας δούκας του Ουίνσδορ ή ο Αμερικανός αεροπόρος Τσαρλς Λίντμπεργκ και άπειροι άλλοι. Δεν μιλάω για άλλες προσωπικές επαφές με πολιτικό χαρακτήρα, όπως οι συναντήσεις του Χίτλερ με τους Έλληνες υπουργούς Κοτζιά και Λούβαρη... Πάντως όταν τον ρώτησα πώς αισθάνθηκε μπροστά στον Χίτλερ, μου εξήγησε ότι προσπάθησε να είναι ψύχραιμος. Ένας Έλληνας που συνδιαλεγόταν μαζί του για γερμανικές κρατικές υποθέσεις είχε οπωσδήποτε μια ιδιαιτερότητα, αλλά να μην παραγνωρίσουμε ότι είχε να χειριστεί ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, εντελώς άγνωστο για τους πολλούς, την τηλεόραση που δεν είχε ακόμα διαδοθεί. Πάνω σ' αυτό, δηλαδή στην τηλεόραση, είχε μια πικρία ο πατέρας μου από τον πρωθυπουργό Μεταξά. Μέσα στη σύμβαση που είχε υπογράψει ο αρμόδιος υπουργός με τον πατέρα μου περιλαμβανόταν και η περίπτωση της τηλεόρασης. Η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε προηγηθεί πολλών άλλων προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών ήδη από τις αρχές του 1939...
Ήμουν μεγάλη πια και όταν το έμαθα σοκαρίστηκα χωρίς αμφιβολία. Στη συνέχεια όμως μπόρεσα να συνειδητοποιήσω ότι μια τέτοια επαφή δεν καθιστούσε βέβαια τον πατέρα μου «δαίμονα». Άλλωστε δεν επρόκειτο περί φιλίας, αλλά για επαφή επαγγελματικού χαρακτήρα. Θα θυμίσω ότι στα χρόνια εκείνα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, ο Χίτλερ είχε δεχτεί ιδιωτικά διάφορες προσωπικότητες, όπως ο Λόυντ Τζωρτζ, ο αδελφός του βασιλιά της Αγγλίας δούκας του Ουίνσδορ ή ο Αμερικανός αεροπόρος Τσαρλς Λίντμπεργκ και άπειροι άλλοι. Δεν μιλάω για άλλες προσωπικές επαφές με πολιτικό χαρακτήρα, όπως οι συναντήσεις του Χίτλερ με τους Έλληνες υπουργούς Κοτζιά και Λούβαρη... Πάντως όταν τον ρώτησα πώς αισθάνθηκε μπροστά στον Χίτλερ, μου εξήγησε ότι προσπάθησε να είναι ψύχραιμος. Ένας Έλληνας που συνδιαλεγόταν μαζί του για γερμανικές κρατικές υποθέσεις είχε οπωσδήποτε μια ιδιαιτερότητα, αλλά να μην παραγνωρίσουμε ότι είχε να χειριστεί ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, εντελώς άγνωστο για τους πολλούς, την τηλεόραση που δεν είχε ακόμα διαδοθεί. Πάνω σ' αυτό, δηλαδή στην τηλεόραση, είχε μια πικρία ο πατέρας μου από τον πρωθυπουργό Μεταξά. Μέσα στη σύμβαση που είχε υπογράψει ο αρμόδιος υπουργός με τον πατέρα μου περιλαμβανόταν και η περίπτωση της τηλεόρασης. Η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε προηγηθεί πολλών άλλων προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών ήδη από τις αρχές του 1939...
Από το κατηγορητήριο που του απήυθηναν, ποια πιστεύετε ότι ήταν για τον ίδιο η πιο βαριά κατηγορία;
Οπωσδήποτε το βαρύτερο ήταν η κατηγορία της προδοσίας. Ήταν πάρα πολύ άδικη και του ήταν απαράδεκτη. Έκανε πολλές προσωπικές θυσίες για να έχει μια εντελώς αντίστροφη θέση στην Κατοχή. Αυτό τελικά του το αναγνώρισαν τα δικαστήρια όλων των βαθμών, όχι απλώς με απαλλαγές, αλλά με αθωώσεις παμψηφεί. Ήταν ένας άνθρωπος που πάντα παθιαζόταν με την Ελλάδα και το να ακούει τέτοιες κατηγορίες, που του εκτοξεύονταν από λόγους σκοπιμότητας, τον έκανε να υποφέρει.
Ποια ήταν η πιο αγαπημένη ιστορία, αφήγηση που σας έλεγε ο πατέρας σας;
Θα πρέπει να ξέρετε ότι, αν και γενικά ήταν ομιλητικός, δεν ήταν το είδος του ανθρώπου που λέει ευχάριστες ιστορίες από μόνος του. Ό,τι μου έχει πει το είχε πει απαντώντας σε ερωτήσεις κυρίως. Και κάτι ακόμα, δεν του άρεσε να επαναλαμβάνεται.
Είναι αλήθεια πως ο πατέρας μου τα χρόνια εκείνα δαιμονοποιήθηκε, αλλά οπωσδήποτε ήταν άδικο. Προσπάθησα μετά από τόσες δεκαετίες να αποστασιοποιηθώ και να τον ξαναδώ με άλλη ματιά, βάζοντας στην άκρη το συναισθηματικό στοιχείο. Χρειαζόταν να κάνω πολλές υπερβάσεις. Βέβαια ποτέ στη ζωή μου δεν σκέφτηκα πως ο πατέρας μου ήταν ό,τι οι εχθροί του τον χαρακτήριζαν και του καταλόγιζαν. Απλώς έπειτα από το γράψιμο του βιβλίου μου, που συνδυάστηκε με μια βαθιά έρευνα και μελέτη, επιβεβαίωσα την εικόνα που είχα γι' αυτόν ως προς την πολιτεία του. Μπορώ να πω πως έτσι τον γνώρισα πολύ βαθύτερα. Ήταν ένας συνειδητός Έλληνας και με τον δικό του τρόπο ήθελε να προσφέρει.
Tι ακριβώς προσέφερε;
Τώρα τι ακριβώς πρόσφερε, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου μου προκύπτουν αρκετά. Θα σταθώ σε δύο μόνο περιπτώσεις, που για μένα στάθηκαν και η βασική αφορμή για να δώσω στη δημοσιότητα αυτό το βιβλίο.
Η πρώτη είναι ότι σ' ένα σπίτι γνώρισα κάποιον πολύ γνωστό δημοσιογράφο, συγγραφέα πολλών βιβλίων. Μόλις με σύστησαν οι οικοδεσπότες, αναφέροντας ποιανού κόρη ήμουν, ο κύριος αυτός μου είπε με ενθουσιασμό: «Ο πατέρας σας ήταν αυτός που έσωσε την Ελλάδα!» Εννοούσε ότι εκείνος είχε συμβάλει στο γεγονός ότι δεν έγινε κομμουνιστικό κράτος η Ελλάδα μόλις έφυγαν οι κατακτητές το 1944. Παρόμοιες κουβέντες είχα ακούσει στο παρελθόν και από άλλους, επώνυμους και μη. Αυτή τη φορά όμως μου έκανε μεγάλη εντύπωση και ο τόνος και το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Η δεύτερη είναι ότι ψάχνοντας για τις ανάγκες του βιβλίου το αρχείο του πατέρα μου, διαπίστωσα ότι αμέσως μόλις τέλειωσε η Κατοχή είχε λάβει πάνω από 1.500 ευχαριστήρια γράμματα από ανθρώπους που είχε βοηθήσει, από το να τους βρει δουλειά μέχρι να τους αποφυλακίσει ή ακόμα να τους σώσει τη ζωή! Με συγκίνηση διάβασα μερικά απ' αυτά. Συνεπώς είναι αυτονόητο τι γνώμη έχω για τον πατέρα μου...
Διαβάζοντας το βιβλίο και τη συνταρακτική ζωή και τις συναντήσεις του Βουλπιώτη, παρατηρώ ότι απουσιάζουν οι ψυχολογικές μεταπτώσεις. Ακόμη και τις πιο έντονες στιγμές – π.χ. στην έντονη αντιπαράθεση, στο «άδειασμα» του Μεταξά. Ποια ήταν η ψυχολογική διαδρομή και στάση του;
Η αλήθεια είναι πως επίμονα προσπάθησα να παρακολουθώ τον κεντρικό ήρωα αυτού του ιστορικού μυθιστορήματός μου με τη μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα, ιδίως αν επρόκειτο για ιστορικά γεγονότα. Έτσι προτίμησα να έχω εικόνες στηριγμένες στα γεγονότα παρά στημένες με βάση τη φαντασία μου. Δεν αναπαρήγαγα τις πιθανές ψυχολογικές εντάσεις του Βουλπιώτη παρά μόνο όταν ήμουν βέβαιη πως ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, κυρίως αν πηγή μου ήταν οι μεταγενέστερες αφηγήσεις του.
Με ποιόν τρόπο θεωρείτε ότι επηρεάστηκε ο πατέρας σας από τον πεθερό του τον Ζίμενς, αλλά και από τον Γιουνγκ;
Ως ένας νεαρός Έλληνας επιστήμονας στη δεκαετία του 1920, ο πατέρας μου είχε θεαματική ανέλιξη. Ο Ζίμενς τον ξεχώρισε από την αρχή και του έδωσε πολλές αρμοδιότητες, πριν καν γίνει συγγενής του. Χωρίς αμφιβολία είχε την εύνοιά του επειδή πίστευε στην αξία του. Από την άλλη μεριά και ο πατέρας μου τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε, καθώς ο Ζίμενς ήταν ένας θρύλος που ήξερε να διοικεί μάλλον χαρισματικά το κολοσσιαίο συγκρότημα εκείνο. Μην ξεχνάτε ότι ο πατέρας μου συνέχισε να έχει την εμπιστοσύνη του και μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του γυναίκα, αλλά και μετά τον πόλεμο. Κάποτε, όταν πια ήταν σε πολύ μεγάλη ηλικία, με άφησε να καταλάβω πόσο μεγάλο ρόλο είχε παίξει στη ζωή του ο βαρόνος φον Ζίμενς.Αναφέρετε τον μεγάλο ψυχολόγο Καρλ Γιουνγκ, τον οποίο πράγματι είχε καθηγητή. Ο Γιουνγκ τον είχε ξεχωρίσει από τους άλλους φοιτητές του και για χρόνια είχαν αλληλογραφία έπειτα. Δεν μπορώ να ξέρω πόσο τον επηρέασε στη ζωή του αυτή η προσωπική σχέση, πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε τότε και αργότερα στην ψυχολογία γενικά.Πάντως επιρροή στις πρώτες δεκαετίες της ζωής του είχε ένας άλλος καθηγητής του, ο φιλόλογός του στο γυμνάσιο, με τον οποίο διατηρούσε επαφή μέχρι το 1943 που πέθανε. Ο Δημήτρης Γληνός. Κι αυτό, είναι αξιοσημείωτο, παρά τις τεράστιες πολιτικές διαφορές τους. Πάντα τον ανέφερε με κάποιο δέος και αν θέλετε με ευγνωμοσύνη που του είχε μάθει καλά ελληνικά.
Το χρήμα ήταν ο θεός του... Υπήρχε πραγματικό όριο στην απληστία; Ήταν ίσως η επιλογή του να μην αλλάξει το όνομά του σε Ζίμενς;
Ο Βουλπιώτης ήταν ένας ικανότατος επιχειρηματίας και είχε ενστερνιστεί αυτή τη νοοτροπία. Όπως ξέρετε, το πρωτεύον και θα έλεγα το βασικό ιδανικό κάθε επιχειρηματία είναι η αναζήτηση του κέρδους. Εγώ το έγραψα καθαρά αυτό στο βιβλίο μου, και μάλιστα έκανε εντύπωση σε κάποιους που φάνηκα τόσο αποστασιοποιημένη. Ωστόσο στη διάρκεια της Κατοχής, χωρίς κανένας να του το ζητήσει, ανέστειλε όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του και αρκέστηκε στον μισθό του γενικού διευθυντή της ραδιοφωνίας και μόνο. Και να ξέρετε ότι ενώ σε τέτοιες εποχές κάποιοι αναδείχθηκαν σε μεγιστάνες, ο ίδιος βγήκε φτωχότερος – όπως αποδείχθηκε στις μεταπολεμικές δίκες του και το αναγνώρισαν τα δικαστήρια.
Όσο για το άλλο που με ρωτάτε, ασφαλώς και ήταν χωρίς συζήτηση η επιλογή του αυτή. Η στενή συγγενική του σχέση με την οικογένεια Ζίμενς, που διακόπηκε πριν από τον πόλεμο, δεν θα τον οδηγούσε για λόγους οποιασδήποτε σκοπιμότητας να εγκαταλείψει το ιστορικό όνομα που έφερε.
Ήταν τελικά ο πατέρας σας ο πρώτος άνθρωπος που έκανε υποκλοπή στην Ελλάδα – το περιστατικό με τον συνεργάτη του Μεταξά;
Ακούγεται κάπως αυτό. Πάντως το περιστατικό αυτό συνέβη στη Γερμανία και όχι στην Ελλάδα, σε μια εποχή που δεν υπήρχαν μαγνητόφωνα. Ο πατέρας μου αισθάνθηκε ότι εκβιάζεται και θέλησε να διαφυλάξει τα νώτα του. Παράλληλα, επειδή πάντα πίστευε ότι ο ίδιος ο Μεταξάς ήταν απόλυτα έντιμος, είχε στο μυαλό του να τον ενημερώσει για να ξέρει πώς κινούνται οι στενοί συνεργάτες του. Και αυτό ακριβώς έκανε...
Σκεφτόταν ο πατέρας σας να εκδώσει ένα βιβλίο για την μοναδική ιστορία του; Εσείς πότε το αποφασίσατε και για ποιους βαθύτερους λόγους;
Δεν θυμάμαι ποτέ να είχε πει κάτι τέτοιο. Άλλωστε ήταν πικραμένος από τη στάση που αντιμετώπισε μεταπολεμικά, ιδίως το 1955, όταν είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του για να έρθουν στην Ελλάδα οι γερμανικές πιστώσεις. Ενώ τη μετακατοχική περιπέτειά του την είχε ξεπεράσει, η νέα περιπέτειά του με ορισμένους πολιτικούς επί Παπάγου τον εξόργισε, σε σημείο που πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Έλειψε τότε για μια ολόκληρη δεκαετία, εγκαταστημένος στην Ιταλία όπου ασχολήθηκε με επιχειρήσεις.
Από τη μεριά μου εγώ δεν θα είχα ασχοληθεί, αν δεν έβλεπα ιδίως στα τελευταία χρόνια να κακοποιείται το όνομά του από ανθρώπους που τον αδικούν κατάφωρα. Και θέλησα να δώσω την αλήθεια του μέσα από ένα εύληπτο και προσιτό βιβλίο, που να μην είναι κουραστικό, αλλά είναι πάνω απ' όλα αληθινό.
Σας είχε πει αν είχε μετανιώσει για κάτι στη ζωή του;
Ο χαρακτήρας και η φιλοσοφία του δεν του το επέτρεπαν. Ενδόμυχα μπορεί κάποτε να είχε παρόμοιες σκέψεις, αλλά δεν θυμάμαι να τις είχε εξωτερικεύσει ποτέ. Φυσικά το γεγονός ότι κατεχόταν από μια πικρία για όσα του είχαν καταλογιστεί άδικα οδηγεί συμπερασματικά ότι θα είχε πρόκληση για αυτοκριτική.
Πώς προχωρήσατε στην συγγραφή του βιβλίου; Τι πηγές είχατε στη διάθεσή σας (έγγραφα, μαρτυρίες, συνεντεύξεις);
Η μικρή ιστορία αυτού του βιβλίου πέρασε από διάφορες φάσεις πριν πάρει την τελική του μορφή. Για πολλά χρόνια ήταν στο μυαλό μου και ελάχιστοι γνώριζαν την πρόθεσή μου. Ούτε κι εγώ όμως είχα καταλήξει τι ακριβώς θα έκανα. Στηρίχτηκα βέβαια πρωταρχικά στις αφηγήσεις του ίδιου του πατέρα μου, που είχαν γίνει σε ανύποπτο χρόνο, καθώς και σε διάφορες σημειώσεις του. Όλα αυτά χρειάστηκε να τα διασταυρώσω με έγγραφα από το αρχείο του. Στο σημείο αυτό πρέπει να πω ότι με βοήθησε καθοριστικά ένας φίλος ιστορικός συγγραφέας, ειδικευμένος στα κατοχικά χρόνια, ο Δημοσθένης Κούκουνας, που τύχαινε να τον έχει γνωρίσει από κοντά και επί χρόνια να έχουν μια τακτική επαφή με αντικείμενο τα θέματα αυτά. Με βοήθησε πολύ, διότι πρόθυμα δέχτηκε να διασταυρώσει όλα τα ιστορικά γεγονότα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, καθώς έχει ασχοληθεί επί πολλές δεκαετίες και σε βάθος με τα θέματα αυτά.
Το βιβλίο σταματάει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Ο πατέρας σας έφυγε το 1999. Αναρωτιέμαι αν τα τελευταία χρόνια είχε πάντα ενεργή σχέση με εκπροσώπους του λεγόμενου πολιτικού συστήματος.
Αυτό το βιβλίο μου πράγματι κλείνει με την Απελευθέρωση το 1944. Ο πατέρας μου έζησε άλλα 55 χρόνια μέχρι που συμπτωματικά πέθανε την ημέρα του μεγάλου σεισμού το 1999. Ήταν κοινωνικός άνθρωπος και είχε πολλές γνωριμίες και στενές φιλίες με διάφορα σημαντικά πρόσωπα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Φυσικά μεταξύ αυτών και πολιτικούς, αλλά όχι με την έννοια που το λέτε, διότι η σχέση τους ήταν απλώς προσωπική.
Να περιμένουμε ότι θα επανέρθετε με νέο βιβλίο που θα συνεχίζει την ιστορική αφήγηση;
Ναι, πράγματι. Είναι μια σκέψη που υπάρχει στο μυαλό μου και ήδη έχει γίνει κάποια προεργασία. Νομίζω – και σ' αυτό ενθαρρύνομαι πολύ από φίλους και αναγνώστες που με παροτρύνουν – ότι θα ήταν ενδιαφέρον να δώσω μια ανάλογη περιγραφή της δεκαετίας 1945-1955, σε σχέση πάντα με τις δραστηριότητες του πατέρα μου. Θα δούμε...
ΠΗΓΗ: iefimerida.gr
Tι ακριβώς προσέφερε;
Τώρα τι ακριβώς πρόσφερε, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου μου προκύπτουν αρκετά. Θα σταθώ σε δύο μόνο περιπτώσεις, που για μένα στάθηκαν και η βασική αφορμή για να δώσω στη δημοσιότητα αυτό το βιβλίο.
Η πρώτη είναι ότι σ' ένα σπίτι γνώρισα κάποιον πολύ γνωστό δημοσιογράφο, συγγραφέα πολλών βιβλίων. Μόλις με σύστησαν οι οικοδεσπότες, αναφέροντας ποιανού κόρη ήμουν, ο κύριος αυτός μου είπε με ενθουσιασμό: «Ο πατέρας σας ήταν αυτός που έσωσε την Ελλάδα!» Εννοούσε ότι εκείνος είχε συμβάλει στο γεγονός ότι δεν έγινε κομμουνιστικό κράτος η Ελλάδα μόλις έφυγαν οι κατακτητές το 1944. Παρόμοιες κουβέντες είχα ακούσει στο παρελθόν και από άλλους, επώνυμους και μη. Αυτή τη φορά όμως μου έκανε μεγάλη εντύπωση και ο τόνος και το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Η δεύτερη είναι ότι ψάχνοντας για τις ανάγκες του βιβλίου το αρχείο του πατέρα μου, διαπίστωσα ότι αμέσως μόλις τέλειωσε η Κατοχή είχε λάβει πάνω από 1.500 ευχαριστήρια γράμματα από ανθρώπους που είχε βοηθήσει, από το να τους βρει δουλειά μέχρι να τους αποφυλακίσει ή ακόμα να τους σώσει τη ζωή! Με συγκίνηση διάβασα μερικά απ' αυτά. Συνεπώς είναι αυτονόητο τι γνώμη έχω για τον πατέρα μου...
Διαβάζοντας το βιβλίο και τη συνταρακτική ζωή και τις συναντήσεις του Βουλπιώτη, παρατηρώ ότι απουσιάζουν οι ψυχολογικές μεταπτώσεις. Ακόμη και τις πιο έντονες στιγμές – π.χ. στην έντονη αντιπαράθεση, στο «άδειασμα» του Μεταξά. Ποια ήταν η ψυχολογική διαδρομή και στάση του;
Η αλήθεια είναι πως επίμονα προσπάθησα να παρακολουθώ τον κεντρικό ήρωα αυτού του ιστορικού μυθιστορήματός μου με τη μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα, ιδίως αν επρόκειτο για ιστορικά γεγονότα. Έτσι προτίμησα να έχω εικόνες στηριγμένες στα γεγονότα παρά στημένες με βάση τη φαντασία μου. Δεν αναπαρήγαγα τις πιθανές ψυχολογικές εντάσεις του Βουλπιώτη παρά μόνο όταν ήμουν βέβαιη πως ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, κυρίως αν πηγή μου ήταν οι μεταγενέστερες αφηγήσεις του.
Με ποιόν τρόπο θεωρείτε ότι επηρεάστηκε ο πατέρας σας από τον πεθερό του τον Ζίμενς, αλλά και από τον Γιουνγκ;
Ως ένας νεαρός Έλληνας επιστήμονας στη δεκαετία του 1920, ο πατέρας μου είχε θεαματική ανέλιξη. Ο Ζίμενς τον ξεχώρισε από την αρχή και του έδωσε πολλές αρμοδιότητες, πριν καν γίνει συγγενής του. Χωρίς αμφιβολία είχε την εύνοιά του επειδή πίστευε στην αξία του. Από την άλλη μεριά και ο πατέρας μου τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε, καθώς ο Ζίμενς ήταν ένας θρύλος που ήξερε να διοικεί μάλλον χαρισματικά το κολοσσιαίο συγκρότημα εκείνο. Μην ξεχνάτε ότι ο πατέρας μου συνέχισε να έχει την εμπιστοσύνη του και μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του γυναίκα, αλλά και μετά τον πόλεμο. Κάποτε, όταν πια ήταν σε πολύ μεγάλη ηλικία, με άφησε να καταλάβω πόσο μεγάλο ρόλο είχε παίξει στη ζωή του ο βαρόνος φον Ζίμενς.Αναφέρετε τον μεγάλο ψυχολόγο Καρλ Γιουνγκ, τον οποίο πράγματι είχε καθηγητή. Ο Γιουνγκ τον είχε ξεχωρίσει από τους άλλους φοιτητές του και για χρόνια είχαν αλληλογραφία έπειτα. Δεν μπορώ να ξέρω πόσο τον επηρέασε στη ζωή του αυτή η προσωπική σχέση, πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε τότε και αργότερα στην ψυχολογία γενικά.Πάντως επιρροή στις πρώτες δεκαετίες της ζωής του είχε ένας άλλος καθηγητής του, ο φιλόλογός του στο γυμνάσιο, με τον οποίο διατηρούσε επαφή μέχρι το 1943 που πέθανε. Ο Δημήτρης Γληνός. Κι αυτό, είναι αξιοσημείωτο, παρά τις τεράστιες πολιτικές διαφορές τους. Πάντα τον ανέφερε με κάποιο δέος και αν θέλετε με ευγνωμοσύνη που του είχε μάθει καλά ελληνικά.
Το χρήμα ήταν ο θεός του... Υπήρχε πραγματικό όριο στην απληστία; Ήταν ίσως η επιλογή του να μην αλλάξει το όνομά του σε Ζίμενς;
Ο Βουλπιώτης ήταν ένας ικανότατος επιχειρηματίας και είχε ενστερνιστεί αυτή τη νοοτροπία. Όπως ξέρετε, το πρωτεύον και θα έλεγα το βασικό ιδανικό κάθε επιχειρηματία είναι η αναζήτηση του κέρδους. Εγώ το έγραψα καθαρά αυτό στο βιβλίο μου, και μάλιστα έκανε εντύπωση σε κάποιους που φάνηκα τόσο αποστασιοποιημένη. Ωστόσο στη διάρκεια της Κατοχής, χωρίς κανένας να του το ζητήσει, ανέστειλε όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του και αρκέστηκε στον μισθό του γενικού διευθυντή της ραδιοφωνίας και μόνο. Και να ξέρετε ότι ενώ σε τέτοιες εποχές κάποιοι αναδείχθηκαν σε μεγιστάνες, ο ίδιος βγήκε φτωχότερος – όπως αποδείχθηκε στις μεταπολεμικές δίκες του και το αναγνώρισαν τα δικαστήρια.
Όσο για το άλλο που με ρωτάτε, ασφαλώς και ήταν χωρίς συζήτηση η επιλογή του αυτή. Η στενή συγγενική του σχέση με την οικογένεια Ζίμενς, που διακόπηκε πριν από τον πόλεμο, δεν θα τον οδηγούσε για λόγους οποιασδήποτε σκοπιμότητας να εγκαταλείψει το ιστορικό όνομα που έφερε.
Ήταν τελικά ο πατέρας σας ο πρώτος άνθρωπος που έκανε υποκλοπή στην Ελλάδα – το περιστατικό με τον συνεργάτη του Μεταξά;
Ακούγεται κάπως αυτό. Πάντως το περιστατικό αυτό συνέβη στη Γερμανία και όχι στην Ελλάδα, σε μια εποχή που δεν υπήρχαν μαγνητόφωνα. Ο πατέρας μου αισθάνθηκε ότι εκβιάζεται και θέλησε να διαφυλάξει τα νώτα του. Παράλληλα, επειδή πάντα πίστευε ότι ο ίδιος ο Μεταξάς ήταν απόλυτα έντιμος, είχε στο μυαλό του να τον ενημερώσει για να ξέρει πώς κινούνται οι στενοί συνεργάτες του. Και αυτό ακριβώς έκανε...
Σκεφτόταν ο πατέρας σας να εκδώσει ένα βιβλίο για την μοναδική ιστορία του; Εσείς πότε το αποφασίσατε και για ποιους βαθύτερους λόγους;
Δεν θυμάμαι ποτέ να είχε πει κάτι τέτοιο. Άλλωστε ήταν πικραμένος από τη στάση που αντιμετώπισε μεταπολεμικά, ιδίως το 1955, όταν είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του για να έρθουν στην Ελλάδα οι γερμανικές πιστώσεις. Ενώ τη μετακατοχική περιπέτειά του την είχε ξεπεράσει, η νέα περιπέτειά του με ορισμένους πολιτικούς επί Παπάγου τον εξόργισε, σε σημείο που πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Έλειψε τότε για μια ολόκληρη δεκαετία, εγκαταστημένος στην Ιταλία όπου ασχολήθηκε με επιχειρήσεις.
Από τη μεριά μου εγώ δεν θα είχα ασχοληθεί, αν δεν έβλεπα ιδίως στα τελευταία χρόνια να κακοποιείται το όνομά του από ανθρώπους που τον αδικούν κατάφωρα. Και θέλησα να δώσω την αλήθεια του μέσα από ένα εύληπτο και προσιτό βιβλίο, που να μην είναι κουραστικό, αλλά είναι πάνω απ' όλα αληθινό.
Σας είχε πει αν είχε μετανιώσει για κάτι στη ζωή του;
Ο χαρακτήρας και η φιλοσοφία του δεν του το επέτρεπαν. Ενδόμυχα μπορεί κάποτε να είχε παρόμοιες σκέψεις, αλλά δεν θυμάμαι να τις είχε εξωτερικεύσει ποτέ. Φυσικά το γεγονός ότι κατεχόταν από μια πικρία για όσα του είχαν καταλογιστεί άδικα οδηγεί συμπερασματικά ότι θα είχε πρόκληση για αυτοκριτική.
Πώς προχωρήσατε στην συγγραφή του βιβλίου; Τι πηγές είχατε στη διάθεσή σας (έγγραφα, μαρτυρίες, συνεντεύξεις);
Η μικρή ιστορία αυτού του βιβλίου πέρασε από διάφορες φάσεις πριν πάρει την τελική του μορφή. Για πολλά χρόνια ήταν στο μυαλό μου και ελάχιστοι γνώριζαν την πρόθεσή μου. Ούτε κι εγώ όμως είχα καταλήξει τι ακριβώς θα έκανα. Στηρίχτηκα βέβαια πρωταρχικά στις αφηγήσεις του ίδιου του πατέρα μου, που είχαν γίνει σε ανύποπτο χρόνο, καθώς και σε διάφορες σημειώσεις του. Όλα αυτά χρειάστηκε να τα διασταυρώσω με έγγραφα από το αρχείο του. Στο σημείο αυτό πρέπει να πω ότι με βοήθησε καθοριστικά ένας φίλος ιστορικός συγγραφέας, ειδικευμένος στα κατοχικά χρόνια, ο Δημοσθένης Κούκουνας, που τύχαινε να τον έχει γνωρίσει από κοντά και επί χρόνια να έχουν μια τακτική επαφή με αντικείμενο τα θέματα αυτά. Με βοήθησε πολύ, διότι πρόθυμα δέχτηκε να διασταυρώσει όλα τα ιστορικά γεγονότα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, καθώς έχει ασχοληθεί επί πολλές δεκαετίες και σε βάθος με τα θέματα αυτά.
Το βιβλίο σταματάει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Ο πατέρας σας έφυγε το 1999. Αναρωτιέμαι αν τα τελευταία χρόνια είχε πάντα ενεργή σχέση με εκπροσώπους του λεγόμενου πολιτικού συστήματος.
Αυτό το βιβλίο μου πράγματι κλείνει με την Απελευθέρωση το 1944. Ο πατέρας μου έζησε άλλα 55 χρόνια μέχρι που συμπτωματικά πέθανε την ημέρα του μεγάλου σεισμού το 1999. Ήταν κοινωνικός άνθρωπος και είχε πολλές γνωριμίες και στενές φιλίες με διάφορα σημαντικά πρόσωπα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Φυσικά μεταξύ αυτών και πολιτικούς, αλλά όχι με την έννοια που το λέτε, διότι η σχέση τους ήταν απλώς προσωπική.
Να περιμένουμε ότι θα επανέρθετε με νέο βιβλίο που θα συνεχίζει την ιστορική αφήγηση;
Ναι, πράγματι. Είναι μια σκέψη που υπάρχει στο μυαλό μου και ήδη έχει γίνει κάποια προεργασία. Νομίζω – και σ' αυτό ενθαρρύνομαι πολύ από φίλους και αναγνώστες που με παροτρύνουν – ότι θα ήταν ενδιαφέρον να δώσω μια ανάλογη περιγραφή της δεκαετίας 1945-1955, σε σχέση πάντα με τις δραστηριότητες του πατέρα μου. Θα δούμε...
ΠΗΓΗ: iefimerida.gr